Παντρεύεται η παρθένα κόρη και μετά το γλέντι του γάμου πηγαίνει μαζί με τον γαμπρό στο σπίτι τους.
Η μάνα της νύφης η οποία έμενε στον κάτω όροφο, ήταν στην κουζίνα και ανακάτευε μια σάλτσα για την μακαρονάδα που έφτιαχνε.
Ξαφνικά κατεβαίνει η παρθένα κόρη τρέχοντας και της λέει:
– Μαμά αρχίζει και βγάζει τα ρούχα του και δε ξέρω τι να κάνω.
– Πήγαινε επάνω και θα μάθεις τι πρέπει να κάνεις…
Σε λίγο κατεβαίνει ξανά και της λέει:
– Τώρα θέλει να βγάλω εγώ τα ρούχα μου και δε ξέρω τι να κάνω.
– Πήγαινε επάνω και θα μάθεις τι πρέπει να κάνεις. Και συνεχίζει να ανακατεύει τη σάλτσα.
Σε λίγο κατεβαίνει πάλι η κόρη και της λέει :
– Μαμά έβγαλε τα ρούχα του και έχει ένα πράμα ίσα με 30 πόντους και δε ξέρω τι να κάνω.
– Αμάν ρε παιδάκι μου, τίποτα δεν μπορείς να κάνεις μόνη σου. Ανακάτευε εσύ τη σάλτσα και πάω εγώ επάνω…