Εύπορη, μοναχική κυρία δημοσιεύει αγγελία ζητώντας σύντροφο:
«Κυρία σεβαστής ηλικίας με αμύθητα πλούτη (κινητά, ακίνητα, καταθέσεις
κλπ) ζητά κύριο να τη συντροφέψει στο υπόλοιπο της ζωής της ο οποίος
θα τηρεί τις εξής 3 προϋποθέσεις…
1. Δε θα την εγκαταλείψει ποτέ,
2. Δε θα την χτυπήσει ποτέ,
3. Να έχει μεγάλο…»
Η αγγελία δημοσιεύεται, η κυρία περιμένει 1 εβδομάδα, 1 μήνα,
1εξάμηνο, 1 χρόνο….
Έχει πια απελπιστεί: «Τι να τα κάνω τα πλούτη όταν δεν έχω έναν
άνθρωπο δίπλα μου! Θα με φάει η μαύρη μοναξιά!».
Κι ενώ η κυρία μοιρολογεί χτυπάει το κουδούνι της πόρτας. Η κυρία
ακούει το κουδούνι και τρέχει να …ανοίξει. Έκπληκτη αντικρίζει έναν
κύριο σε αναπηρικό καρότσι χωρίς χέρια και πόδια.
– «Γεια σας», λέει ο κύριος. «Ήρθα για την αγγελία!!».
Η κυρία μένει έκπληκτη αλλά προσπαθεί να φανεί ψύχραιμη.
– «Δεν ξέρω αν το προσέξατε αλλά υπήρχαν και κάποιες προϋποθέσεις».
– «Το γνωρίζω»
– «Ναι, αλλά χωρίς να θέλω να σας προσβάλω, εσείς δεν έχετε πόδια»
– «Άρα δεν πρόκειται να φύγω ποτέ μακριά σας»
– «Ε, ναι….Ίσως έχετε δίκιο αλλά και πάλι χωρίς να θέλω να σας
στενοχωρήσω εσείς δεν έχετε και χέρια…»
– «Άρα δεν πρόκειται ποτέ να σας χτυπήσω!»
-«Ίσως έχετε και πάλι δίκιο αλλά δεν ξέρω αν προσέξατε ότι υπήρχε και
τρίτη προϋπόθεση!»
– «Και πως νομίζεις ότι χτύπησα το κουδούνι;…»
[πηγή]