Υπάρχει ένα κοριτσάκι στο σχολείο της κόρης μου που είναι όμορφο, καλοβαλμένο, έξυπνο, με καλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, με γονείς που νοιάζονται πραγματικά και που του προσφέρουν όσα μπορούν. Ε, λοιπόν, αυτό το κοριτσάκι, που ο Θεός το έχει προικίσει με όλα τα καλά, έχει σαν χόμπι την κακοποίηση των ασθενέστερων. Τριγυρνά στα διαλείμματα και, μόλις βρει κάποιο «θύμα», ρίχνει το δηλητήριό της:
« Ιιου… τι χάλια είσαι σήμερα…»
« Παναγία μου! Τι απαίσια ρούχα φοράς…»
« Μην με πλησιάζεις, αηδιάζω…» κλπ, κλπ.
Τα «θύματα» υποφέρουν αλλά δεν τολμούν να της αντιγυρίσουν τις προσβολές, ούτε να την βάλουν στη θέση της. Αντίθετα, αυτό το κοριτσάκι, με τους απαίσιους τρόπους, είναι εξαιρετικά δημοφιλές. Τη φοβούνται, θέλουν να είναι στη «δική της όχθη» ώστε να μην πέσουν θύματα της κακοποίησής της. Τη «γλείφουν», την καλούν στα πάρτι, προσπαθούν να την εξευμενίσουν, προσπαθούν να κερδίσουν τη φιλία της. Η προσωπικότητά της θυμίζει την υπόθεση σε εκείνες τις δευτεροκλασάτες αμερικάνικες ταινίες όπου η όμορφη, δημοφιλής, καλοντυμένη, πλούσια κουκλίτσα ασκεί κακή κριτική και ψυχολογική βία σε όλους όσους είναι λιγότερο «προικισμένοι» – κατά τη γνώμη της.
Επειδή οι προσβολές είναι ήπιες (μια που το να σχολιάσεις τα ρούχα ενός συμμαθητή δεν είναι το ίδιο «βαρύ» με το να σχολιάσεις, για παράδειγμα, μία αναπηρία) η «κουκλίτσα» αυτή συνεχίζει ανενόχλητη να σπέρνει κακοήθειες. Ήπιες μεν, αλλά επαναλαμβανόμενες. Ή λιγότερο ήπιες αλλά πάντα επαναλαμβανόμενες. Συνεχίζει να βασανίζει τα θύματα της με τις παρατηρήσεις της. Τα θύματα – ίσως πιο ώριμα από αυτή ή ίσως πιο φοβισμένα- δεν το «τραβάνε» στα άκρα. Δεν πηγαίνουν στη Διευθύντρια, μια που οι προσβολές «δεν αποδεικνύονται» αφού δεν αφήνουν ορατά ίχνη. Δεν το λένε στους γονείς τους. Ή, αν το λένε, οι γονείς των θυμάτων αντιδρούν (προφανώς) πολιτισμένα και λένε: «Μην της δίνεις σημασία κλπ κλπ» . Ή προσπαθούν να ενδυναμώσουν τα παιδιά τους ώστε να γίνουν άτρωτα στις προσβολές της «κουκλίτσας». (Τα καταφέρνουν; Ποιος ξέρει…)
Και το φαινόμενο συνεχίζεται…
Κανείς δεν σταματά αυτό το «κακό παιδί» από το να δηλητηριάζει ψυχές, από το να δημιουργεί κόμπλεξ στα άλλα. Υποψιάζομαι πως οι γονείς της δεν έχουν ιδέα για το τι κάνει η κόρη τους στο σχολείο. Οπότε η μικρή συνεχίζει να σπέρνει το κακό.
Τι κάνεις λοιπόν όταν είσαι ενήλικας και μαθαίνεις πως γίνεται κάτι τέτοιο σε ένα σχολείο; Είτε είσαι γονιός ενός θύματος, είτε το παιδί σου είναι «παρατηρητής» της κακοποίησης των θυμάτων; Τι κάνεις; Επιλέξτε:
Α. Δείχνεις ανωτερότητα. Δεν αναφέρεις τίποτα στους γονείς της «κουκλίτσας», διδάσκεις στο παιδί σου πώς να αμύνεται ψυχικά, μιλάς για την αδικία που επικρατεί σε ετούτη τη ζωή, προσπαθείς να του μάθεις τις πραγματικές αξίες ώστε να μείνει ανεπηρέαστο από την αναίτια κακία της «κουκλίτσας». Ελπίζεις να κάνεις «καλή» δουλειά και να σβήσεις την «κακή» δουλειά που κάνει η κουκλίτσα.
Β. Παίρνεις τους γονείς του θύτη και τους ενημερώνεις, ώστε να πάνε σε έναν «ειδικό» το παιδί τους. Είναι όμως αυτό δική σου δουλειά; Μήπως είναι αδιακρισία; Μήπως τους πληγώσεις; Μήπως τους εξοργίσεις με την ανάμειξή σου; Μήπως τελικά αμυνθούν και σε βγάλουν και κακοήθη;
Γ. Συσπειρώνεις τους γονείς των θυμάτων, ενημερώνοντάς τους. Είναι όμως αυτό θεμιτό; Μήπως τελικά έτσι ο θύτης μετατραπεί σε θύμα; Μήπως προσπαθώντας να βοηθήσεις τα «θύματα», κάνεις και ένα νέο «θύμα», στοχοποιώντας τον θύτη; Είναι κάτι τέτοιο ηθικό;
Δ. Ενημερώνεις τη διεύθυνση του σχολείο για το φαινόμενο. Είναι όμως αυτό σωστό και θεμιτό; Μήπως γίνεσαι καρφί; Μήπως σε πουν κακοήθη; Μήπως σε πουν ανακατώστρα; Μήπως σου πουν να κοιτάς τη δουλειά σου;
Ε. Δεν κάνεις τίποτα. Κάνεις το σταυρό σου και ελπίζεις το παιδί σου να μην πέσει στα «νύχια» της κουκλίτσας. Δεν έχεις καμία δουλειά να ανακατευτείς, έχεις; Είσαι ευχαριστημένη που απλώς δεν είσαι ο γονιός του πιο μισητού ( και δημοφιλούς) παιδιού του σχολείου. Είσαι με τους «καλούς» της υπόθεσης. Γιατί να ανακατευτείς; Γιατί να βρεις τον μπελά σου;
Δεν κάνεις τίποτα, λοιπόν. Δεν είναι δική σου δουλειά!
Και η «κουκλίτσα» συνεχίζει την πορεία της, η οποία τελικά αποδεικνύεται και επιτυχημένη. Διότι, αντίθετα με το ηθικό δίδαγμα των αμερικάνικων ταινιών, η δική μας «κουκλίτσα» δε θα λάβει ποτέ ένα καλό μάθημα από τη ζωή. Στην πραγματική ζωή πολύ σπάνια τέτοια άτομα τιμωρούνται. Και ακόμη πιο σπάνια συνετίζονται. Γιατί να το κάνουν; Αφού το «σύστημα» αυτό δουλεύει μια χαρά. Αφού πατώντας επί πτωμάτων «ανεβαίνουν» και επιβραβεύονται.
Τέτοιες «κουκλίτσες» υπάρχουν άπειρες γύρω μας. Όλων των ηλικιών και των δύο φύλων. Κανείς δεν τολμάει να τα βάλει μαζί τους. Ή δεν θέλουν να λερώσουν τα χέρια τους με τη «βρομιά» τους. Οπότε οι «κουκλίτσες» αυτές αναρριχώνται όλο και πιο ψηλά, αφού κανείς δεν βάζει φρένο στην πορεία τους. Και επεκτείνουν τη δράση τους και σε άλλους τομείς. Συκοφαντούν τους συναδέλφους στη δουλειά για να καρπωθούν οφέλη. Χλευάζουν συνεργάτες ώστε να τους καταστήσουν «αδύναμους» στον ανταγωνισμό. Πληγώνουν φίλους, συντρόφους, συζύγους ώστε να επικρατήσουν στην κάθε σχέση. Και δρέπουν και δάφνες, τελικά.
Τι γίνεται λοιπόν; Μήπως οι άνθρωποι «υπολογίζουν» και «αγαπούν» αυτούς που φοβούνται; Μήπως είμαστε καλοί επειδή δεν μπορούμε να είμαστε κακοί; Μήπως κατά βάθος «παραδεχόμαστε» τον γείτονα που είναι ρατσιστής, τον συνάδελφο που κλέβει το ταμείο, τη φίλη που κλέβει την Εφορία, τη σύζυγο που κερατώνει τον σύζυγο, τον αδελφό που καταπατά την ξένη γη, τον γνωστό που «έχει το μέσο», τον ηγέτη που κοροϊδεύει τον λαό του, την «κουκλίτσα» που βασανίζει τους συμμαθητές στο σχολείο;
Κανείς δεν σταμάτησε την «κουκλίτσα» αυτή όταν έπρεπε. Είτε από διακριτικότητα, είτε από ευπρέπεια, είτε από «ωχαδελφισμό», είτε από αδυναμία, είτε επειδή «δεν ήταν δική του δουλειά».
Οπότε η «κουκλίτσα» θα ζει και θα βασιλεύει και τον κόσμο θα κυριεύει… Κι εμείς, οι «καλοί», θα τη χειροκροτούμε.
Επειδή ποτέ δεν είχαμε τα κότσια να την σταματήσουμε…
Πηγή: diaforetiko.gr