Ο Μπιτζίδης, ένας άθλιος κουρελής, συναντάει έναν παλιό του φίλο. Αγκαλιές, φιλιά… Αφού θυμήθηκαν τα παλιά, του λέει ο φίλος.
-Άστα ρε Μπιτζίδη, έχω πολλά προβλήματα και κανείς δεν μπορεί να με βοηθήσει. Με διώξαν από τη δουλειά μου και κανείς, ούτε ο υπουργός, δεν μπορεί να μου κάνει τίποτα.
-Τι λες ρε παλιόφιλε! Εγώ θα σε βοηθήσω. Πάμε αμέσως στο Πρωθυπουργό.
-Και συ που τον ξέρεις;
-Φιλαράκια είμαστε.
-Δε σε πιστεύω.
-Βάζεις στοίχημα;
Πάνε στο προθυπουργικό γραφείο, όπου περίμενε πολύς κόσμος.
-Κύριε Μπιτζίδη, πως είστε; του λέει η γραμματέας.
-Άσε τα λόγια. Θέλω να δω το φίλο μου.
Μπαίνει στο γραφείο, αγκαλιές φιλιά..
-Τι έγινες ρε παλιόφιλε; δεν περνάς πια καθόλου από εδώ.
-Θέλω να βολέψεις το φίλο μου που είναι άνεργος.
-Ότι πεις καλέ μου Μπιτζίδη.. Χαιρετιούνται και μόλις βγαίνουν έξω, λέει ο Μπιτζίδης.
-Βλέπεις που στα λεγα; εγώ όλους τους ξέρω! Το Πρόεδρο της δημοκρατίας, το πρόεδρο της Αμερικής, της Ρωσίας….
-Σιγά ρε Μπιτζιδη, μην ξέρεις και τον παπα της Ρώμης!
-Αυτόν; φυσικά και τον ξέρω. Από μικρό παιδί.
-Αν δεν το δω με τα μάτια μου, δε σε πιστεύω.
Ξεκινάνε λοιπόν και πάνε στη Ρώμη. Φτάνουν στην πλατεία του Αγίου Πέτρου, όπου είναι κόσμος μαζεμένος και περιμένει να εμφανιστεί ο Πάπας.
-Εσύ περίμενε εδώ, λέει ο Μπιτζιδης, να με δεις που θα βγω μαζί με τον Πάπα.
Φεύγει και σε λίγο πράγματι εμφανίζονται οι δυο τους στο μπαλκόνι αγκαλιασμένοι. Αφού ευλόγησε ο Παπας το πλήθος, κατεβαίνει ο Μπιτζιδης στο φίλο του, που τον βρίσκει λιποθυμο.
-Γιατί Παραξενεύτηκες; τον ρωτάει. Αφού στο είχα πει.
-Το πρόβλημα δεν ήταν που είδα τον Πάπα να σε κρατάει αγκαλιά.
Λιποθύμησα, όταν με πλησίασε ένας Γιαπωνέζος τουρίστας και με ρώτησε :
-Συγγνώμη, μήπως ξέρετε ποιος είναι αυτός με τα άσπρα, δίπλα στο Μπιτζιδη;…….