Σύμφωνα με παλαιότερες έρευνες, οι άνθρωποι που μιλούν τουλάχιστον δύο γλώσσες έχουν καλύτερες επιδόσεις σε όλους τους τομείς της ζωή τους, ενώ καθυστερούν να εμφανίσουν Αλτσχάιμερ ή κάποιο άλλο πνευματικό νόσημα, σε σχέση με όσους δεν γνωρίζουν κάποια άλλη γλώσσα. Όμως μια νέα μελέτη αποδεικνύει πως εκτός από όλα αυτά, η γλώσσα που μιλάει κάποιος επηρεάζει τον τρόπο που εκφράζεται.
Οι επιστήμονες μελέτησαν κάποιους ανθρώπους που μιλούν αγγλικά και γερμανικά, αλλά και ανθρώπους που μιλούν μόνο μια από αυτές τις γλώσσες, ώστε να δουν πώς ακριβώς η κάθε γλώσσα επιδρά στο μυαλό τους.
Οι συμμετέχοντες έπρεπε να παρακολουθήσουν ένα βίντεο με διάφορα περιστατικά, όπως έναν άνδρα να κάνει ποδήλατο ή μια γυναίκα να περπατά προς το αυτοκίνητό της, και στη συνέχεια έπρεπε να περιγράψουν τι ακριβώς έβλεπαν.
Οι γερμανόφωνοι έδιναν απαντήσεις όπως “Ο άνδρας κάνει ποδήλατο προς το σούπερ μάρκετ” και “Η γυναίκα περπατά προς το αυτοκίνητό της“, σε αντίθεση με τους αγγλόφωνους, οι οποίοι έλεγαν “Άνδρας ποδηλατεί” και “Γυναίκα περπατά“.
Η διαφορά ανάμεσά τους ήταν ότι οι πρώτοι αντιμετώπιζαν τα γεγονότα ως δράση, ενώ οι δεύτεροι τα έβλεπαν αποκλειστικά ως πράξεις. Όπως κατέληξαν οι ειδικοί, το παραπάνω θέμα συμβαίνει εξαιτίας της γραμματικής, καθώς στα αγγλικά υπάρχει η κατάληξη -ing, που δηλώνει τη διάρκεια. Οι Γερμανοί είναι πιο πιθανό να περιγράψουν μια κατάσταση και να σταθούν στο αποτέλεσμά της, σε αντίθεση με τους Άγγλους, που, όπως φαίνεται, μένουν πιο πολύ στην πράξη.
Μάλιστα, το ίδιος συνέβαινε και σε εκείνους που μιλούσαν και τις δυο γλώσσες και έπρεπε να περιγράψουν το βίντεο. Όταν μιλούσαν γερμανικά, συμπεριφέρονταν σαν Γερμανοί, ενώ όταν μιλούσαν αγγλικά, έκαναν σαν Άγγλοι. Οι άνθρωποι παραδέχονται σε άρθρο του Business Insider πως μιλώντας μια διαφορετική γλώσσα από τη δική τους, επηρεάζονται και ως προς την έκφρασή τους.
[via]