0
Μπορεί η ελληνική γλώσσα να χαρακτηρίζεται “πλούσια”, όμως στο λεξιλόγιο του Έλληνα έχουν εισαχθεί αρκετές τούρκικες λέξεις, αποτέλεσμα των εκατοντάδων χρόνων σκλαβιάς.Λέξεις όπως: γρουσούζης, τεμπέλης, σακάτης, καρπούζι, τσέπη, καπάκι, παπούτσι, τσακάλι.
Διαβάστε τις 200 τούρκικες λέξεις που λέμε καθημερινά.
- ΑΛΑΝΙ (αλήτης),
- ΑΛΑΝΑ (ανοιχτός χώρος),
- ΑΓΑΣ (δεσποτικός-αυταρχικός),
- ΑΓΙΑΖΙ (πρωινό ή νυχτερινό κρύο),
- ΓΙΑΟΥΡΤΙ (πηγμένο γάλα),
- ΚΑΡΠΟΥΖΙ (υδροπέπων),
- ΜΕΝΕΞΕΣ (εύοσμο λουλούδι),
- ΣΟΥΓΙΑΣ (μαχαιράκι),
- ΤΕΝΕΚΕΣ (δοχείο),
- ΦΛΙΤΖΑΝΙ (κύπελλο),
- ΤΣΕΠΗ (θυλάκιο),
- ΤΑΒΑΝΙ (οροφή),
- ΤΖΑΚΙ (παραγώνι),
- ΚΑΙΚΙ (βάρκα),
- ΜΕΛΤΕΜΙ (άνεμος ετησίας),
- ΜΑΝΑΒΗΣ (οπωροπώλης),
- ΜΠΑΚΑΛΗΣ (παντοπώλης),
- ΓΛΕΝΤΙ (διασκέδαση),
- ΚΑΒΓΑΣ (φιλονικία),
- ΚΕΦΙ (ευδιαθεσία),
- ΧΑΤΙΡΙ (χάρη),
- ΝΤΕΡΤΙ (καημός),
- ΝΤΑΒΑΝΤΟΥΡΙ (σύγχυση),
- ΤΣΙΜΠΟΥΚΙ (καπνοσύριγγα),
- ΧΑΣΑΠΙΚΟ (κρεοπωλείο),
- ΝΤΟΥΛΑΠΙ (ιματιοθήκη),
- ΔΕΡΒΕΝΙ (κλεισούρα),
- ΜΠΑΙΡΑΚΙ (σημαία),
- ΤΣΟΜΠΑΝΗΣ (βοσκός-ποιμένας),
- ΓΙΛΕΚΟ (περιθωράκιον),
- ΧΑΜΠΑΡΙΑ (αγγελία-νέα),
- ΓΙΑΠΙ (οικοδομή),
- ΓΙΑΚΑΣ (περιλαίμιο),
- ΓΙΑΡΜΑΣ (ροδάκινο),
- ΓΙΝΑΤΙ (πείσμα),
- ΓΙΟΥΡΟΥΣΙ (επίθεση),
- ΓΚΕΜΙ (χαλινάρι),
- ΓΟΥΡΙ (τύχη),
- ΓΡΟΥΣΟΥΖΗΣ (κακότυχος),
- ΓΚΑΙΝΤΑ (άσκαυλος),
- ΕΡΓΕΝΗΣ (άγαμος),
- ΖΑΜΑΝΙΑ (μεγάλο χρονικό διάστημα),
- ΖΑΡΖΑΒΑΤΙΚΑ (λαχανικά),
- ΖΟΡΙ (δυσκολία),
- ΖΟΥΜΠΟΥΛΙ (υάκινθος),
- ΚΑΒΟΥΚΙ (καύκαλο),
- ΚΑΒΟΥΡΔΙΖΩ(φρυγανίζω-ξεροψήνω),
- ΚΑΖΑΝΙ (λέβητας),
- ΚΑΣΜΑΣ (αξίνα-σκαπάνη),
- ΚΑΛΕΜΙ (γραφίδα),
- ΚΑΛΟΥΠΙ (μήτρα-πρότυπο),
- ΚΑΛΠΙΚΟΣ (κίβδηλος),
- ΚΑΠΑΚΙ (σκέπασμα- κάλυμμα),
- ΚΑΡΑΟΥΛΙ (φρουρά-σκοπιά),
- ΚΟΥΒΑΣ (κάδος-αγγείο),
- ΝΤΙΠ ΓΙΑ ΝΤΙΠ (ολωσδιόλου),
- ΚΑΤΣΙΚΑ (ερίφι-γίδα),
- ΚΕΛΕΠΟΥΡΙ (ανέλπιστο εύρημα),
- ΚΙΜΑΣ (ψιλοκομμένο κρέας),
- ΚΙΟΣΚΙ (περίπτερο),
- ΚΟΛΑΙ (ευκολία-άνεση),
- ΚΟΛΑΟΥΖΟΣ (οδηγός),
- ΚΟΠΙΤΣΑ (πόρπη),
- ΚΟΤΖΑΜ (τεράστιος-πελώριος),
- ΚΟΤΣΑΝΙ (μίσχος),
- ΚΑΦΑΣΙ (κιβώτιο),
- ΚΟΤΣΙ (αστράγαλος),
- ΚΟΥΒΑΡΝΤΑΣ (γενναιόδωρος-ανοιχτοχέρης),
- ΚΟΥΜΠΑΡΑΣ (δοχείο χρημάτων),
- ΚΟΥΣΟΥΡΙ (ελάττωμα-μειονέκτημα),
- ΚΟΥΤΟΥΡΟΥ (ασύνετα-απερίσκεπτα),
- ΛΑΓΟΥΜΙ (υπόνομος-οχετός),
- ΛΑΠΑΣ (χυλός),
- ΛΕΒΕΝΤΗΣ (ανδρείος-ευσταλής),
- ΛΕΚΕΣ (κηλίδα),
- ΛΕΛΕΚΙ (πελαργός),
- ΛΟΥΚΙ (υδροσωλήνας),
- ΜΑΓΙΑ (προζύμη-ζυθοζύμη),
- ΜΑΓΚΑΛΙ (πύραυνο),
- ΜΑΓΚΟΥΦΗΣ (έρημος),
- ΜΑΙΝΤΑΝΟΣ (πετροσέλινο-μακεδονίσι),
- ΜΑΝΤΖΟΥΝΙ (φάρμακο),
- ΜΑΟΥΝΑ (φορτηγίδα),
- ΜΑΡΑΖΙ (φθίση),
- ΜΑΡΑΦΕΤΙ (μικρό εργαλείο),
- ΜΑΣΟΥΡΙ(μικρό ξύλο),
- ΜΑΧΑΛΑΣ (συνοικία),
- ΜΕΖΕΣ (ορεκτικά),
- ΜΕΝΤΕΣΕΣ (στρόφιγγα),
- ΜΕΡΑΚΙ (πόθος),
- ΜΕΡΕΜΕΤΙ (επισκευή-επιδιόρθωση),
- ΜΟΥΣΑΜΑΣ (κερωμένο-αδιάβροχο ύφασμα),
- ΜΟΥΣΑΦΙΡΗΣ(φιλοξενούμενος-επισκέπτης),
- ΜΠΑΓΙΑΤΙΚΟ (μη νωπό),
- ΜΠΑΓΛΑΡΩΝΩ (δένω-φυλακίζω),
- ΜΠΑΛΤΑΣ (πελέκι),
- ΜΠΑΜΙΑ (ιβίσκος ο εδώδιμος),
- ΜΠΑΜΠΑΣ (πατέρας),
- ΜΠΑΜΠΑΛΗΣ(ο πολύ γέρος),
- ΜΠΑΞΕΣ (περιβόλι-κήπος),
- ΜΠΑΡΟΥΤΙ (πυρίτιδα),
- ΜΠΑΤΖΑΚΙ (κνήμη-σκέλη),
- ΜΠΑΤΖΑΝΑΚΗΣ (σύγαμπρος-συννυφάδα),
- ΜΠΑΤΙΡΙΣΑ(πτωχεύω-χρεοκοπώ),
- ΜΠΑΧΑΡΙΚΟ (αρωματικό άρτυμα),
- ΜΠΕΚΡΗΣ (μέθυσος),
- ΜΠΕΛΑΣ(ενόχληση),
- ΠΟΥΣΤΗΣ-ΜΠΙΝΕΣ (κίναιδος-ασελγής),
- ΜΠΟΓΙΑ (βαφή-χρώμα),
- ΜΠΟΓΙΑΤΖΗΣ (ελαιοχρωματιστής)
- ΜΠΟΙ (ανάστημα-ύψος),
- ΜΠΟΛΙΚΟΣ (άφθονος),
- ΜΠΟΣΤΑΝΙ (λαχανόκηπος),
- ΜΠΟΣΙΚΟΣ (χαλαρός),
- ΜΠΟΥΖΙ (πάγος-ψύχρα),
- ΜΠΟΥΛΟΥΚΙ (στίφος-άτακτο πλήθος),
- ΜΠΟΥΛΟΥΚΟΣ (καλοθρεμμένος-παχουλός),
- ΜΠΟΥΝΤΑΛΑΣ (κουτός-ανόητος),
- ΜΠΟΥΝΤΡΟΥΜΙ (φυλακή),
- ΜΠΟΥΡΙ (καπνοσωλήνας),
- ΜΠΟΡΑ (καταιγίδα)
- ΜΠΟΥΤΙ (μηρός),
- ΜΠΟΥΧΤΙΣΜΑ (κορεσμός),
- ΝΑΖΙ (κάμωμα-φιλαρέσκεια),
- ΝΤΑΜΑΡΙ (φλέβα-λατομείο),
- ΝΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία),
- ΝΤΑΝΤΑ (παραμάνα-τροφός),
- ΝΤΑΡΑΒΕΡΙ (συναλλαγή-αγοραπωλησία),
- ΝΤΕΛΑΛΗΣ (διαλαλητής),
- ΝΤΕΛΗΣ (παράφρονας),
- ΝΤΙΒΑΝΙ (κρεβάτι),
- ΝΤΟΥΒΑΡΙ (τοίχος),
- ΝΤΟΥΜΑΝΙ (καταχνιά-καπνός),
- ΝΤΟΥΝΙΑΣ (κόσμος-ανθρωπότητα),
- ΠΑΖΑΡΙ (αγορά-διαπραγμάτευση),
- ΠΑΝΤΖΑΡΙ (κοκκινογούλι-τεύτλο),
- ΠΑΤΖΟΥΡΙ (παραθυρόφυλλο),
- ΠΑΠΟΥΤΣΙ (υπόδημα),
- ΠΕΡΒΑΖΙ (πλαίσιο θυρών),
- ΠΙΛΑΦΙ (ρύζι),
- ΡΑΧΑΤΙ (ησυχία)
- ΣΑΚΑΤΗΣ (ανάπηρος),
- ΣΑΜΑΤΑΣ (θόρυβος),
- ΣΕΝΤΟΥΚΙ (κιβώτιο),
- ΣΕΡΤΙΚΟ (τσουχτερό, βαρύ),
- ΣΙΝΑΦΙ (συντεχνία, κοινωνική τάξη),
- ΣΙΝΤΡΙΒΑΝΙ(πίδακας),
- ΣΙΡΟΠΙ (πυκνόρρευστο διάλυμα ζάχαρης),
- ΣΑΙΝΙ (ευφυής),
- ΡΟΥΣΦΕΤΙ (χαριστική εξυπηρέτηση),
- ΣΟΒΑΣ (ασβεστοκονίαμα),
- ΣΟΙ (καταγωγή-γένος),
- ΣΟΚΑΚΙ (δρόμος),
- ΣΟΜΠΑ (θερμάστρα),
- ΣΟΥΛΟΥΠΙ (μορφή-σχήμα),
- ΤΑΜΠΛΑΣ (αποπληξία-συγκοπή),
- ΤΑΠΙ (χωρίς χρήματα),
- ΤΑΡΑΜΑΣ (αυγοτάραχο),
- ΤΑΣΑΚΙ (σταχτοδοχείο),
- ΤΑΧΙΝΙ (αλεσμένο σουσάμι),
- ΤΑΨΙ (μαγειρικό σκεύος),
- ΤΕΚΕΣ (καταγώγιο),
- TΕΜΠΕΛΗΣ (οκνηρός-ακαμάτης),
- ΤΕΡΤΙΠΙ (τέχνασμα-απάτη),
- ΤΕΦΑΡΙΚΙ (εκλεκτό-αριστούργημα),
- ΤΕΦΤΕΡΙ(κατάστιχο),
- ΤΖΑΜΙ (υαλοπίνακας-γυαλί),
- ΤΣΑΜΠΑ (δωρεάν),
- ΤΖΑΝΑΜΠΕΤΗΣ (κακότροπος-δύστροπος),
- ΤΟΠΙ (σφαίρα),
- ΤΟΥΛΟΥΜΙ (ασκός),
- ΤΟΥΛΟΥΜΠΑ (αντλία),
- ΤΟΥΜΠΕΚΙ (σιωπή),
- ΤΡΑΜΠΑ (ανταλλαγή),
- ΤΣΑΙΡΙ (λιβάδι-βοσκοτόπι),
- ΤΣΑΚΑΛΙ (θώς),
- ΤΣΑΚΙΡΗΣ (γαλανομάτης),
- ΤΣΑΚΜΑΚΙ (αναπτήρας),
- ΤΣΑΝΤΑ (δερμάτινη θήκη),
- ΤΣΑΝΤΙΡΙ (σκηνή),
- ΤΣΑΠΑΤΣΟΥΛΗΣ (ανοικοκύρευτος-άτσαλος),
- ΤΣΑΡΚΑ (επιδρομή-περιπλάνηση),
- ΤΣΑΝΤΙΖΩ (εξοργίζω-προσβάλω),
- ΤΣΑΧΠΙΝΗΣ(κατεργάρης-πονηρός),
- ΤΣΙΓΚΕΛΙ(αρπάγη-σιδερένιο άγκιστρο),
- ΤΣΙΦΟΥΤΗΣ-ΤΣΙΓΚΟΥΝΗΣ (φιλάργυρος),
- ΤΣΙΡΑΚΙ (ακόλουθος),
- ΤΣΙΣΑ(ούρα),
- ΤΣΙΦΤΗΣ (άψογος-ικανός),
- ΤΣΟΥΒΑΛΙ (σακί),
- ΤΣΟΥΛΟΥΦΙ (δέσμη μαλλιών),
- ΤΖΟΓΛΑΝΙ (νέος)
- ΤΣΟΠΑΝΗΣ (βοσκός)
- ΦΑΡΑΣΙ (φτυάρι-σκουπιδολόγος),
- ΦΑΡΣΙ (τέλεια-άπταιστα),
- ΦΥΝΤΑΝΙ(φυτώριο),
- ΦΙΣΤΙΚΙ (πιστάκη),
- ΦΥΤΙΛΙ (θρυαλλίδα),
- ΦΟΥΚΑΡΑΣ (κακομοίρης-άθλιος),
- ΦΟΥΝΤΟΥΚΙ (λεπτοκάρυο-λευτόκαρο),
- ΦΡΑΝΤΖΟΛΑ (ψωμί),
- XABOYZA(δεξαμενή νερού),
- ΧΑΖΙ (ευχαρίστηση),
- ΧΑΛΑΛΙΖΩ (συγχωρώ),
- ΧΑΛΙ (άθλιο),
- ΧΑΛΙ (τάπητας),
- ΧΑΛΚΑΣ (κρίκος),
- ΧΑΜΑΛΗΣ(αχθοφόρος),
- ΧΑΝΙ (πανδοχείο),
- ΧΑΠΙ (καταπότι),
- ΧΑΡΑΜΙ (άδικα),
- ΧΑΡΜΑΝΗΣ (χασισοπότης),
- ΧΑΡΤΖΙΛΙΚΙ (μικρό χρηματικό ποσό),
- ΧΑΒΑΣ (μουσικός σκοπός)
- ΧΑΦΙΕΣ(καταδότης),
- ΧΟΥΖΟΥΡΕΜΑ (ανάπαυση),
- ΧΟΥΙ (ιδιοτροπία),
- ΧΟΥΝΕΡΙ (πάθημα-εξαπάτηση).
Επιμέλεια: ipaideia