Περνάει κάποιος έξω από το νεκροταφείο και βλέπει μια πομπή όλο άντρες, που το τέλος της έφτανε μέχρι έξω στο δρόμο.
«Ποιος να πέθανε άραγε κι έχει τόσο κόσμο; «αναρωτιέται. Προσπαθεί να περάσει μέσα, τελικά τα καταφέρνει με πολύ κόπο.
-Με συγχωρείτε, ποιος πέθανε; ρωτάει έναν.
-Δεν ξέρω, του απαντάει.
Προχωράει πιο μπροστά.
-Με συγχωρείτε, ποιος πέθανε;
-Δεν ξέρω.
Προχωράει σπρώχνοντας και ρωτάει διάφορους, αλλά κανένας δεν ξέρει να του πει. Φτάνει με τα χίλια ζόρια μπροστά. Βλέπει έναν κύριο με μαύρο κοστούμι και μαύρα γυαλιά να πηγαίνει πίσω από το φέρετρο και να κρατάει στην αγκαλιά του ένα σκυλάκι.
-Με συγχωρείτε κύριε, ποιος πέθανε;
-Η πεθερά μου, του απαντάει.
-Πω πω! Και πως πέθανε;
-Τη δάγκωσε αυτό το σκυλάκι.
-… Βέβαια, δεν είναι η κατάλληλη στιγμή, αλλά…. μήπως θα μπορούσατε να μου δανείσετε το σκυλάκι για μια μέρα;
-Ευχαρίστως! Περάστε στην ουρά!!!!!!!!!!!!!!!