Μια ιστορία που συγκλονίζει μέχρι και τις μέρες μας. Ποια είναι η «ματωμένη νύφη», Φράνκι Στιούαρτ Σίλβερ, η οποία δολοφόνησε τον άνδρα της μόλις στα 18 της χρόνια. Η καταδίκη σε κρεμάλα και πώς έγιναν παιδικό τραγούδι(!) τα τελευταία της λόγια λίγο πριν ξεψυχήσει.
Ποια ήταν η Φράνκι Στιούαρτ Σίλβερ
Στις ΗΠΑ η Φράνκι ανήκει σε μία κατηγορία που γράφεται ως οι “ματωμένες νύφες”. Γυναίκες που σκότωσαν τους άνδρες τους είτε για οικονομικούς είτε για ψυχολογικούς λόγους. Η ιστορία της Φράνσις ή Φράνκι Στιούαρτ Σίλβερ βέβαια δεν είναι σαν όλες τις άλλες.
Ήταν μόλις 18 ετών όταν κρεμάστηκε για την δολοφονία και τον τεμαχισμό του άντρα της, τον οποίο σκότωσε με τσεκούρι. Γεννημένη το 1815 οδηγήθηκε στην αγχόνη στο Μόργκαντον της Βόρειας Καρολίνας στις 12 Ιουλίου του 1833. Ξεψύχησε τραγουδώντας πάνω στην κρεμάλα στίχους, που αργότερα έμελλε να γίνουν παιδικό (!) τραγουδάκι… Αρχικά είχε γραφτεί πως ήταν η πρώτη λευκή γυναίκα που κρεμάστηκε στην επαρχία του Μπιούρκ αλλά αργότερα διαπιστώθηκε πως δεν ίσχυε κάτι τέτοιο.
Πώς οδηγήθηκε στη δολοφονία
Η νεαρή Φράνκι ήταν η κόρη του Αζάϊα και της Μπάρμπαρα Στιούαρτ. Ακόμα και τόσα χρόνια μετά δεν είναι ξεκάθαρο το κίνητρο της άγριας αυτής δολοφονίας του άντρα της σε μία αγροτική περιοχή που περιβάλλονταν από βουνά. Μία αίσθηση – εκτίμηση ήταν πως η Φράνκι ζήλευε υπερβολικά τον άντρα της. Επειδή γλυκοκοίταζε άλλες γυναίκες ή τουλάχιστον έτσι φαινόταν τον σκότωσε. Από ζήλεια και εκδίκηση!
Άλλη ερμηνεία ήταν πως την κακομεταχειριζόταν. Και εκείνος και ο πατέρας της! Και έτσι η Φράνκι δεν άντεξε. Υπάρχει και η θεωρία και η εκτίμηση πως εκείνη ήθελε να μετακομίσει αλλού και δυτικά με την οικογένειά της και ο σύζυγός της, Τσάρλι Σίλβερ έλεγε πεισματικά “όχι”. Η αλήθεια είναι πως η ίδια δεν ομολόγησε ποτέ τον φόνο. Δεν μίλησε ποτέ για κίνητρο και γενικά δεν ανέφερε ποτέ κανένα στοιχείο. Προσέξτε και το εξής: μιλάμε για μία κοπέλα που παντρεύτηκε στην τρυφερή ηλικία των 14 ετών!
Η νύχτα της δολοφονίας, η σύλληψη και η καταδίκη
Στις 22 Δεκεμβρίου του 1831 ο Τσαρλς Σίλβερ ή ‘Τζόνι’ Σίλβερ σύμφωνα με τους φίλους του, δολοφονήθηκε βάναυσα στον ύπνο του από την γυναίκα του Φράνκι και ενώ στον ίδιο χώρο κοιμόταν και η μικρή κόρη τους, Νάνσι (13 μηνών τότε). Η Φράνκι τον σκότωσε με τσεκούρι, τον έκοψε μετά σε κομμάτια και τα… σκόρπισε στην φωτιά και κάποια άλλα στα βουνά και στο δάσος που ήταν κοντά στο σπίτι.
Τα αδέρφια του άρχισαν να ψάχνουν τον Τσαρλς και κατάλαβαν πως είχε πέσει θύμα δολοφονίας όταν βρήκαν κόκκαλα και καμμένο κρέας στην φωτιά. Οι τρεις ύποπτοι ήταν η γυναίκα του, η μητέρα της Μπάρμπαρα Στιούαρτ και ο αδερφός της Φράνκι, Μπλάκστον. Και οι τρεις συνελήφθησαν αλλά η μητέρα της και ο αδερφός της δήλωσαν αθώοι και στις 17 Γενάρη του 1832 απαλλάχθηκαν. Τελικώς μόνο η Φράνκι δικάστηκε για τον φόνο.
Οι έρευνες για τον εντοπισμό του Τσαρλς εκτός από τα ευρήματα στην φωτιά ανέδειξαν εστίες αίματος έξω από το σπίτι αλλά και αίματα σε τοίχους. Ακόμα και κομμάτια από κρέας και κόκκαλα στα μοκασίνια που φορούσε. Η Φράνκι δικάζεται και καταδικάζεται σε απαγχονισμό ως η μοναδική ένοχη.
Οι αμφιβολίες, οι υποψίες και η απόδραση
Πίσω από αυτήν την τρομακτική και φριχτή ιστορία κρύβονται και άλλες λεπτομέρειες. Οι τότε ιστορίες μιλούν για ξύλο και κακομεταχείριση της Φράνκι και από την οικογένειά της και τον άντρα της. Επίσης πως ο πατέρας της ήταν εκείνος που το μοιραίο βράδυ ήταν στο σπίτι και αποτέλεσε τον συνεργό στον… φόνο! Ποτέ όμως δεν αποδείχθηκε ο ρόλος του πατέρα της. Κάποιοι βγήκαν να που ότι υπήρχε σοβαρό ενδεχόμενο η Φράνκι να ήταν αθώα και τον φόνο να τον είχε κάνει ο πατέρας της! Η Φράνκι στο μεταξύ επιβάρυνε την θέση της και με την απόδρασή της.
Κατάφερε να αποδράσει από την φυλακή από ένα μικρό παράθυρο και με την βοήθεια που είχε από έναν φύλακα και ένα τρίτο πρόσωπο που της έδωσαν κλειδιά για την πίσω πόρτα. Λίγες ημέρες μετά συνελήφθη στην επαρχία Χέντερσον. Όταν την έπιασαν φορούσε αντρικά ρούχα και είχε κόψει κοντά τα μαλλιά της. Ο πατέρας της και ο θείος της οδηγήθηκαν στην φυλακή ως συνεργοί στην απόδρασή της.
Ο θρύλος λέει πως ένας συνεργάτης του σερίφη την αναγνώρισε και της φώναξε με το όνομά της. Εκείνη απάντησε “κύριε δεν με λένε Φράνκι αλλά Τόμι”, με τον θείο της να σπεύδει να του πει “ναι ναι, Τόμι τον λένε”. Δεν ήταν όμως πειστικοί και συνελήφθησαν.
Η στιγμή του απαγχονισμο
Μία ακόμα συνταρακτική στιγμή της ιστορίας αυτής ήταν η στιγμή του απαγχονισμού. Η Φράνκι ρωτήθηκε εάν έχει να πει κάποια τελευταία λόγια. Ξεκίνησε για να μιλήσει και να βγάλει από μέσα της ότι είχε συμβεί (σ.σ. κάτι σαν… εξομολόγηση) αλλά τότε ο πατέρας της κλαίγοντας με λυγμούς της είπε: “Φράνκι πάρτο στον τάφο σου, μην πεις τίποτα”! Και τότε η Φράνκι σώπασε…
Το ποίημα στην κρεμάλα
Αντί για τελευταία λόγια η Φράνκι είχε να πει ένα ποιηματάκι ή εάν θέλετε τραγουδάκι. Χρόνια μετά γράφτηκε ως η μπαλάντα της Φράνκι και έγινε και παιδικό τραγουδάκι! Ιδού μερικοί στίχοι…
Φριχτό να σκέφτομαι τον θάνατό μου,
Έχοντας τέλεια υγεία να αφήσω την τελευταία μου πνοή
Αντίο, φίλε μου, λέω αντίο.
Η εκδίκηση για μένει τώρα πρέπει να γίνει πράξη.
Μεγάλε Θεέ, πως θα συγχωρεθώ;
Δεν κάνω για την γη, δεν κάνω και για τον Παράδεισο;
Όμως υπάρχει λίγος χρόνος για προσευχή στον Θεό
Τώρα θα πάρω τον άσχημο και πολύ δύσκολο δρόμο
Η τελευταία «τιμωρία» της
Παρά τις προσπάθειες των γονιών της αποφασίστηκε να θαφτεί σε ένα τάφο που δεν θα γράφει το όνομά της και που δεν θα είναι εύκολα διακριτός. Αυτή ήταν μία ακόμα “τιμωρία” της. Για να “ντροπιαστεί” το όνομα και η ιστορία της. Πολλά χρόνια μετά και έπειτα από πολλές απόπειρες χαράχθηκε το όνομά της στον τάφο της και οι δικοί της μπορούσαν να την επισκέπονται…
Η εξομολόγηση της εγγονής της για την ιστορία της
Πολλά χρόνια μετά η Μίρα, κόρη της Νάνσι Σίλβερ Πάρκερ αλλά και του Ντέιβιντ ασχολήθηκε και έγραψε την ιστορία της μητέρας της και της γιαγιάς της. Η 13χρονη τότε (σ.σ. όταν έγινε το μεγάλο φονικό) Νάνσι όχι μόνο επέζησε αλλά έκανε και την οικογένειά της και προσπάθησε να προχωρήσει την ζωή της.