Η ιστορία της άτυχης Εύα Φωτιάδου, η οποία δολοφονήθηκε και βιάστηκε απο μια συμμορία πριν από 24 χρόνια, η ζωή της έγινε επεισόδιο στη μικρή οθόνη μέσα από ένα επεισόδιο της σειρά του Alpha «Κόκκινος Κύκλος».Η υπόθεση αρχικά θεωρήθηκε αυτοκτονία και στην συνέχεια είπαν ότι πέθανε από ναρκωτικά. Η μητέρα της, όμως αποφάσισε να γίνει ιερόδουλη έτσι ώστε να μάθει όλη την αλήθεια και η ιστορία τους μέχρι και σήμερα συγκλονίζει.
Η Ελένη Φωτιάδου, μητέρα της άτυχης κοπέλας, αμφισβητούσε τους πάντες, ήξερε καλά την κόρη της, επέμενε πως το παιδί της δεν ήταν χρήστρια ναρκωτικών και ότι ο θάνατος της οφείλεται σε εγκληματική ενέργεια. Έκανε τα πάντα για να δικαιώσει την ψυχή της κόρης της, αναγκάστηκε να γίνει ακόμα και πόρνη, ακολούθησε σκοτεινά μονοπάτια, έξω από τα νερά της προκειμένου να εισχωρήσει στα κυκλώματα της νύχτας και να ανακαλύψει τους δολοφόνους της κόρης της. Έκανε όσα δεν μπόρεσε να κάνει η αστυνομία. Η υπόθεση, που είχε μπει στο αρχείο, ξαναβγήκε στο προσκήνιο ύστερα από έρευνες που έκανε η ίδια η Ελένη Φωτιάδου.
Εύα Φωτιάδου: Το χρονικό της υπόθεσης
Στις 12 Ιουνίου του 1998, η κοινωνία ακούει σοκαρισμένη πως μέσα σε μια υπό ανέγερση πολυκατοικία στη Σταυρούπολη, της Θεσσαλονίκης, βρίσκεται νεκρή μια 20χρονη κοπέλα. Είχε στο μπράτσο της καρφωμένη μια σύριγγα μέσα στην οποία υπήρχαν υπολείμματα ηρωίνης. Ένα ακόμα θύμα του «λευκού θανάτου», λέει η αστυνομία. Τα ΜΜΕ κάνουν λόγο για ανεξέλεγκτες συμμορίες νεαρών που παίρνουν ναρκωτικά, κάνουν ληστείες και κλοπές, για άτομα που «βυθίζονται» μέσα στην παρανομία. Ο θάνατός της οφείλεται σε υπερβολική χρήση ναρκωτικών. Όλοι πίστεψαν πως αυτό είχε συμβεί και αφού σχολίασαν την… ηθική κατάπτωση της νεολαίας, άλλαξαν κανάλι.
Η μητέρα της 19χρονης Εύας, η Ελένη Φωτιάδου, ωστόσο, είχε διαφορετική άποψη. Ήξερε το παιδί της και ήταν σίγουρη πως κάτι άλλο είχε συμβεί. Φώναζε πως κάποιοι τη δολοφόνησαν. Κανείς, όμως, δεν την άκουγε. Πολλοί, μάλιστα, έλεγαν πως αφού έμπλεξε με τέτοιες ιστορίες η κατάληξή της ήταν περίπου αναμενόμενη.
Στην προσπάθειά της να βρει την αλήθεια για την κόρη της, δεν δίστασε να μπει στα κυκλώματα, να βγει στις πιάτσες για να γνωρίσει τα συγκεκριμένα κυκλώματα και να εκπορνευτεί.
Ο ιατροδικαστής Θεσσαλονίκης, που διενήργησε τη νεκροψία, απέδωσε τον θάνατό της σε χρήση ηρωίνης και η υπόθεση αρχειοθετήθηκε από την Αστυνομία και την Εισαγγελία. Η Ελένη Φωτιάδου, έκλεισε τ’ αυτιά της και ορκίστηκε να αποκαλύψει την αλήθεια. Αφού για την αστυνομία η υπόθεση είχε «κλείσει», αποφάσισε η ίδια πως όχι απλά δε θα «κλείσει» αλλά θα παραμείνει «ανοιχτή» μέχρι την τελική δικαίωση της κόρης της.
«Η ζωή μου σταμάτησε στις 12 Ιουνίου. Τότε που μου έφεραν το παιδί μου νεκρό. Έπρεπε όμως να παλέψω. Να το κάνω για την Εύα και την Πένυ, την άλλη 18χρονη κόρη μου, που μεγάλωσε με πολλούς κόπους. Έφτυσα αίμα ώσπου να συγκεντρώσω τα στοιχεία. Αλλά είχα ορκιστεί ότι θα πληρώσει ο δολοφόνος» είχε πει χρόνια αργότερα η Ελένη Φωτιάδου. Ξεκίνησε τον δικό της αγώνα, τη δική της αναζήτηση.
Επειδή δεν ήξερε από που να ξεκινήσει και πως να εργαστεί μεθοδικά ζήτησε τη βοήθεια ενός ιδιωτικού ντετέκτιβ και έτσι οι δυο τους ξεκίνησαν μια πραγματική Οδύσσεια μέσα από παράνομες διαδρομές και σκοτεινούς δρόμους.
Εύα Φωτιάδου: Η έρευνα και η υπόθεση
Η Ελένη Φωτιάδου, υπάλληλος στο ΙΚΑ, άρχισε πρώτα να ρωτά τις φίλες και τις γνωστές της κόρης της. Ήθελε να μάθει τα πάντα για τη ζωή της Εύας. Ήθελε να μάθει τα μυστικά της, αυτά που δε λέει μια κόρη στη μάνα. Από αυτό το πρώτο στάδιο της έρευνάς της. Όταν σιγουρεύτηκε πως οι υποψίες της πως η κόρη της δολοφονήθηκε και δεν πέθανε από ναρκωτικά, πέρασε στη δεύτερη και πιο επικίνδυνη φάση του σχεδίου της. Λίγες ημέρες μετά την κηδεία της Εύας, άρχισε να ντύνεται ως ιερόδουλη και να συχνάζει σε πιάτσες του αγοραίου έρωτα. Όταν έκανε κάποιες επαφές, άρχισε να «βυθίζεται» όλο και περισσότερο στο βούρκο. Άρχισε να συχνάζει σε στέκια τοξικομανών, να μιλάει με ανθρώπους του περιθωρίου, να αναζητά πληροφορίες για εμπόρους ναρκωτικών, για «βαποράκια», για μέλη συμμοριών. Οτιδήποτε θα μπορούσε να την οδηγήσει στα ίχνη των ανθρώπων που, όπως πίστευε η ίδια, δολοφόνησαν το παιδί της.
Όσο η Ελένη Φωτιάδου έκανε την έρευνα της, έχοντας ένα κασετοφωνάκι κρυμμένο μέσα στα ρούχα της, ο ντετέκτιβ έκανε και αυτός τη δική του. Συγκέντρωνε και εκείνος στοιχεία, ενώ σε κάποιες σημαντικές συναντήσεις της μητέρας, εκείνος ήταν σε ασφαλή απόσταση και μαγνητοσκοπούσε τα όσα γινόντουσαν.
Κάποια στιγμή, στη διάρκεια της έρευνας, η Ελένη Φωτιάδου ένιωσε πως πλέον φτάνει πολύ κοντά στην αλήθεια. Τότε, δε δίστασε να κάνει αυτό που για πολλούς μοιάζει να είναι το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο. Όπως η ίδια επιβεβαίωσε αργότερα έκανε ερωτική σχέση με τον άνθρωπο που κρυβόταν πίσω από τη δολοφονία της κόρης της!
Και τελικά η σκληρή αλήθεια αποκαλύφθηκε μπροστά στα μάτια όλων. Η Ελένη Φωτιάδου, έχοντας συγκεντρώσει ένα τεράστιο όγκο από αποδείξεις πηγαίνει στον εισαγγελέα και η είδηση, μια ημέρα σαν σήμερα, πέφτει σαν «βόμβα»! Η «μάνα – ντετέκτιβ» όπως αποκλήθηκε από τον Τύπο της εποχής, δίνει μια συνέντευξη Τύπου προκειμένου να είναι σίγουρη πως δεν θα επιχειρηθεί να συγκαλυφθεί η υπόθεση και εκεί αποκαλύπτει τα πάντα.
Εύα Φωτιάδου: Η ιστορία της συγκλονίζει μέχρι σήμερα
Στις 10 Ιουνίου 1998 κάποιος έμπορος ναρκωτικών πλησίασε την κόρη της την ώρα που αυτή διασκέδαζε, τη φλέρταρε και την πήγε στο διαμέρισμά του στην περιοχή Σταυρούπολης. Εκεί, σύμφωνα με τα όσα ανακάλυψε η γυναίκα, μαζί με άλλα άτομα, τη βίασαν ομαδικά, την ξυλοκόπησαν άγρια, τη λήστεψαν και στη συνέχεια όταν είδαν πως η κοπέλα δεν είχε τις αισθήσεις της, της έκαναν μια ένεση ηρωίνης και την εγκατέλειψαν να ψυχορραγεί στην υπό ανέγερση πολυκατοικία!
Η 44χρονη καταγγέλλει ότι στη δολοφονία συμμετείχαν οκτώ άτομα, τα οποία κατονόμασε στον εισαγγελέα. «Το παιδί μου δεν είχε καμία σχέση με τα ναρκωτικά. Τα ρούχα της ήταν ματωμένα, το σώμα της γεμάτο χτυπήματα, ενώ έλειπαν τα χρυσαφικά της και όλα τα αντικείμενα που είχε στην τσάντα της. Είναι πέρα για πέρα βέβαιο ότι τη σκότωσαν», είπε η Ελένη Φωτιάδου.
Το φοβερό της υπόθεσης είναι πως ακόμα και όταν αποκαλύφθηκαν όλα αυτά, ο ιατροδικαστής και η αστυνομία, μέσω διαρροών φυσικά, επέμεναν στις αρχικές τους τοποθετήσεις τονίζοντας πως δεν υπήρχαν στοιχεία που να δείχνουν το αντίθετο. Ειδικά, μάλιστα, από την πλευρά της ΕΛΑΣ υπήρξε και η διαρροή πως η 19χρονη κοπέλα είχε… απασχολήσει στο παρελθόν για υποθέσεις ναρκωτικών!
Ο τότε προϊστάμενος στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης ανακοίνωσε ότι η εισαγγελική παρέμβαση, με την άσκηση των ποινικών διώξεων, στηρίχθηκε κυρίως στις απομαγνητοφωνημένες συνομιλίες που παρέδωσε η μητέρα της κοπέλας και υπογράμμισε ότι η υπόθεση ανατέθηκε σε ανακριτή για να εξακριβωθεί το βάσιμο ή όχι των καταγγελιών. Πάνω από τριάντα άτομα ανάμεσά τους αστυνομικοί, γιατροί και χρήστες ναρκωτικών κλήθηκαν από τον τακτικό ανακριτή Θεσσαλονίκης για να καταθέσουν.
Τρία χρόνια μετά, οι δικαστές του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης δικαίωσαν τους ισχυρισμούς της μητέρας της. Με το υπ’ αριθμόν 1164 βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου, το σκεπτικό του οποίου βασίζεται στις γνωματεύσεις γιατρών και των πραγματογνωμόνων ιατροδικαστών (εντοπίστηκαν βαριές κακώσεις στο σώμα της 19χρονης και ίχνη σπέρματος στα εσώρουχά της), παραπέμφθηκαν να δικαστούν για ανθρωποκτονία από πρόθεση τέσσερις τοξικομανείς, οι τρεις εκ των οποίων κατηγορούνται ότι προηγουμένως τη βίασαν. Με το ίδιο βούλευμα παραπέμφθηκαν και δύο γυναίκες, που κατηγορούνται ότι συνήργησαν στις δύο πράξεις. «Τώρα νομίζω ότι η ψυχή του παιδιού μου έχει αναπαυτεί», είπε μετά την έκδοση του βουλεύματος η Ελένη Φωτιάδου.
Σε ότι αφορά το δικαστικό κομμάτι, σε πρώτο βαθμό, μετά και από την πρόταση του Εισαγγελέα της Έδρας, όλοι οι κατηγορούμενοι κρίθηκαν αθώοι, κατά πλειοψηφία. Το 2004, στο δεύτερο βαθμό, ο βασικός κατηγορούμενος, κρίθηκε ένοχος για έκθεση σε κίνδυνο με αποτέλεσμα το θάνατο της 20χρονης. Το δικαστήριο τον καταδίκασε σε επτά χρόνια κάθειρξη και αθώωσε τον συγκατηγορούμενο του αλλά και όλους τους υπόλοιπους.