Στην Τουρκοκρατία, η δερματοστιξία ή αλλιώς το τατουάζ αποτελούσε σανίδα σωτηρίας για χιλιάδες Ελληνίδες και Βαλκάνιες που ζούσαν υπό το ζυγό των Οθωμανών κατακτητών.
Τα τατουάζ στην Τουρκοκρατία
Φυσικά, η «στίξη», όπως ονομαζόταν παραδοσιακά, υπήρχε σε όλες σχεδόν τις κουλτούρες από τα αρχαία χρόνια. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να χρησιμοποιούν τη μέθοδο αυτή για να σημαδεύουν τους δούλους, στην Ασία ήταν δείγμα του ότι ανήκαν στην εκάστοτε φυλή ή θρησκεία, οι Αιγύπτιες έκαναν τατουάζ καθαρά για θέματα καλλωπισμού, ενώ για τους Ρωμαίους λεγεωνάριους αποτελούσε ένδειξη ανδρείας και αφοσίωσης.
Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας και ιδιαίτερα από τον 17ο αιώνα και μετά, η δερματοστιξία πήρε μία ακόμη διάσταση στην περιοχή των Βαλκανίων. Οι χριστιανικοί λαοί υπέφεραν στα χέρια των Οθωμανών, που ήταν ιδιαίτερα σκληροί με τους αλλόθρησκους. Τα παιδομαζώματα και τα γυναικομαζώματα ήταν κοινές πρακτικές και κρατούσαν τους υποταγμένους σε ένα διαρκές καθεστώς τρομοκρατίας. Τα παιδιά αρπάζονταν με τη βία για να εξισλαμιστούν και οι γυναίκες οδηγούνταν μαζικά στα χαρέμια.
Ένα πανάρχαιο έθιμο που έσωσε ζωές
Σταδιακά, κάποιοι λαοί άρχισαν να χρησιμοποιούν την πανάρχαια παράδοση ως μέσο προστασίας.
Οι Βόσνιοι και οι Κροάτες είχαν κληρονομήσει το έθιμο των τατουάζ από τους Κέλτες και τους Ιλλυριούς δεκάδες αιώνες πριν. Με το πέρασμα του χρόνου και τις πολιτισμικές μεταβολές, είχε εξελιχθεί σε ένα κράμα παγανιστικών και χριστιανικών συμβόλων που γίνονταν εν μέρει ως μέσο καλλωπισμού και εν μέρει ως κομμάτι της ταυτότητας των λαών αυτών.
Ωστόσο, η εκτεταμένη και στοχευμένη χρήση τους ξεκίνησε μετά τον 17ο αιώνα. Τότε άρχισαν να σημαδεύουν ως επί το πλείστον τα νεαρά κορίτσια με χριστιανικά σύμβολα. Μάλιστα τα τατουάζ γίνονταν σε εμφανή σημεία. Περιμετρικά των χεριών σε σχήμα βραχιολιού, στο στέρνο, ακόμα και στο κούτελο. Μοναδικός σκοπός ήταν να είναι φανερά και αναγνωρίσιμα ανά πάσα στιγμή. Κι αυτό διότι οι Οθωμανοί απεχθάνονταν τις σημαδεμένες χριστιανές και αρνούνταν να τις πάρουν στα χαρέμια τους. Ήταν ο μόνος τρόπος που είχαν σκαρφιστεί οι κοπέλες για να γλιτώνουν από τα χέρια των Τούρκων.
Στον ελλαδικό χώρο, ένα παρόμοιο φαινόμενο παρατηρήθηκε ανάμεσα στους Βλάχους της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Όπως και στην περίπτωση των Βοσνίων και των Κροατών, η «στίξη» αποτελούσε κομμάτι μιας μακράς παράδοσης που είχε τις ρίζες της στα βάθη της αρχαιότητας. Η σημασία και ο συμβολισμός του τατουάζ στη βλάχικη παράδοση ήταν πολλαπλός. Σε παλαιότερες εποχές χρησιμοποιούταν ως τιμητική διάκριση, ενώ αργότερα εξαπλώθηκε και εξελίχθηκε σε μέσο καλλωπισμού. Βέβαια, με το πέρασμα των αιώνων, η «στίξη» καθιερώθηκε ως σύμβολο του φυλετικού διαχωρισμού και ένδειξη της θρησκευτικής ταυτότητας.
Το πιο διαδεδομένο σχέδιο ήταν ένας μικρός σταυρός ανάμεσα στα φρύδια των νεαρών κοριτσιών. Το καίριο αυτό σημείο του κεφαλιού δεν είχε επιλεγεί τυχαία. Θεωρούταν ανέκαθεν το «κέντρο της ζωής» και ήταν ένα από τα εμφανέστερα μέρη του σώματος.
«Αν δεν είχαν σταυρό οι γυναίκες δεν ήταν Βλάχες»
Το μικρό σύμβολο στο κούτελο είχε μετατραπεί στο σήμα κατατεθέν τους, το οποίο, όπως και για τις βόρειες γειτόνισσές τους λειτουργούσε ως μέθοδος προστασίας από τους Οθωμανούς.
Οι «τατουατζήδες» της εποχής
Φυσικά, οι τεχνικές που χρησιμοποιούσαν για να σημαδέψουν το σώμα τους τα χρόνια εκείνα δεν έχουν καμία σχέση με τα σύγχρονα «χτυπήματα». Τα τατουάζ ήταν ερασιτεχνικά και γίνονταν συνήθως από τις γηραιότερες στα κορίτσια ηλικίας 5 με 12 ετών. Σε μεγαλύτερες ηλικίες, συνήθιζαν επίσης να το κάνουν οι φίλες μεταξύ τους.
Βασικές ύλες ήταν το κάρβουνο, το κεραμίδι και διάφορες χρωστικές ουσίες αναμεμειγμένες με λάδι, ούζο, τσίπουρο, μαύρο πιπέρι ή και μπαρούτι.
Αρχικά έπαιρναν τα κάρβουνα και χτυπώντας τα με πέτρες τα έκαναν σκόνη σαν αλεύρι. Ύστερα, τα ανακάτευαν με τσίπουρο μέχρι να γίνουν λάσπη. Όταν το μείγμα ήταν έτοιμο, σχεδίαζαν με ένα ξυλάκι το σημάδι που ήθελαν κι έπειτα με δυο βελόνες τρυπούσαν τις γραμμές που χάρασσαν. Το αίμα έρεε άφθονο και ο πόνος ήταν αβάσταχτος. Αφού το σημείο άρχιζε να πρήζεται, το τύλιγαν με ένα πανί και το άφηναν έτσι για τουλάχιστον δέκα ημέρες. Όταν το ξετύλιγαν, το κάρβουνο είχε πια μπει στο μέρος όπου είχαν τρυπήσει. Το τατουάζ ήταν έτοιμο.
Η διαδικασία και οι πρώτες ύλες διέφεραν ελαφρώς από περιοχή σε περιοχή. Ωστόσο, σε γενικές γραμμές, ο πόνος ήταν ο ίδιος και το αποτέλεσμα παρόμοιο.
Με την πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την απελευθέρωση των βαλκανικών λαών, το έθιμο δεν εξαλείφθηκε. Οι Βόσνιες και οι Κροάτισσες διατήρησαν την παράδοση μέχρι και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι, ακόμη και σήμερα οι γυναίκες που φέρουν τα χαρακτηριστικά σημάδια είναι πολλές. Παρομοίως, στην ελληνική επαρχία ζουν αρκετές ηλικιωμένες με βλάχικες ρίζες που είναι ζωντανοί φορείς της ιστορικής παράδοσης.