Εσφαλμένα υποστηρίχθηκε ότι
Σύμφωνα με δεδομένα έκθεσης από την Τράπεζα της Ελλάδας, ένας στους τρεις Έλληνες έχει καταθέσεις πάνω από 100,000 ευρώ.
Όχι, ένας στους τρεις Έλληνες καταθέτες ΔΕΝ έχει πάνω από 100.000 ευρώ
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ):
• Το 41% με 42% των φυσικών προσώπων διαθέτει καταθέσεις μεταξύ 5.000 ευρώ και 50.000 ευρώ.
• Το 23% με 24% από 100.000 ευρώ έως 500.000 ευρώ.
• Το 19% – 20% από 50.000 ευρώ έως 100.000 ευρώ και μόλις
• Το 6% διαθέτει ποσά άνω των 500.000 ευρώ
Τι ισχύει
Αν και κανένα από τα δημοσιεύματα δεν δίνει την ακριβή πηγή της Τράπεζας Ελλάδας, ωστόσο αυτή είναι η Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας του Μαίου 2022. Οι σελίδες που μας ενδιαφέρουν είναι από την 122 ως την 129 στο ειδικό θέμα 1, “Ανάλυση τάσεων στις καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών στις εγχώριες τράπεζες την περίοδο της πανδημίας”.
Στη συνέχεια θα αναλύσουμε τα πιο σημαντικά σημεία της έκθεσης, τα οποία παρουσιάστηκαν με εσφαλμένο τρόπο από τα εξεταζόμενα δημοσιεύματα.
Καταρχήν η Τράπεζα της Ελλάδος διευκρινίζει ότι μεγάλο μέρος των καταθέσεων ενδέχεται να είναι επαγγελματικοί λογαριασμοί:
Και μόνον επειδή ο τομέας των φυσικών προσώπων περιλαμβάνει, εκτός από τα νοικοκυριά, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τις ατομικές επιχειρήσεις, εικάζεται ότι ένα τμήμα των εν λόγω καταθέσεων είναι δυνατόν να αφορά λογαριασμούς που χρησιμοποιούνται ως κεφάλαια κίνησης.
Επίσης, οι υπολογισμοί αφορούν διάμεσους κι όχι μέσο ή σταθμικό μέσο όρο και σε καμία περίπτωση δεν μιλάμε για ακριβή νούμερα καταθετών. Επίσης υπάρχουν άτομα με περισσότερους του ενός λογαριασμών, ενώ κάποιοι από αυτούς μπορεί να είναι ανενεργοί:
Ο αριθμός των λογαριασμών καταθέσεων σε κάθε κατηγορία υπολοίπου δεν είναι διαθέσιμος.
Ακόμα, τα ποσοστά επί των συνολικών καταθέσεων, που αναφέρει η Τράπεζα, δεν είναι τα ποσοστά που έχουν τα φυσικά πρόσωπα, δηλαδή οι καταθέτες, αλλά η κάθε κατηγορία υπολοίπου κατάθεσης.
Μάλιστα, σύμφωνα με την σημείωση 120:
Η κατηγοριοποίηση αυτή γίνεται με βάση το υπόλοιπο των λογαριασμών σε εκατ. ευρώ στο τέλος κάθε περιόδου αναφοράς και αφορά τις εξής κατηγορίες: (<5 χιλ. ευρώ, 5 χιλ.-50 χιλ. ευρώ, 50 χιλ.-100 χιλ. ευρώ, 100 χιλ.-500 χιλ. ευρώ, 500 χιλ.-1 εκατ. ευρώ, 1 εκατ.-5 εκατ. ευρώ, 5 εκατ.-10 εκατ. ευρώ και >10 εκατ. ευρώ).
Επομένως, σύμφωνα με την έκθεση, η κατηγορία που έχει υπόλοιπο κατάθεσης μεταξύ 50,000 έως 100,000 ευρώ (και όχι το πλήθος των καταθετών) κατέχει το 20% των συνολικών ιδιωτικών καταθέσεων (έτσι όπως αυτές ορίστηκαν παραπάνω), που υπολογίζεται σε 136 δις ευρώ. Αντίστοιχα, η κατηγορία καταθέσεων 100,000 ευρώ έως 500,000 ευρώ (και όχι το πλήθος των καταθετών) κατέχει το 24% των συνολικών καταθέσεων των ιδιωτών. Με λίγα λόγια, το 44% της συνολικής αξίας των καταθέσεων ανήκει στην κατηγορία 50 χιλιάδες ως 500 χιλιάδες ευρώ, δεν το κατέχει το 44% των ατόμων.
Σύμφωνα με την έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος:
Για παράδειγμα, με βάση αυτό τον υπολογισμό προκύπτει ότι το Δεκέμβριο του 2021 η κατηγορία λογαριασμών μέχρι 5 χιλ. ευρώ μπορεί να περιλάμβανε πάνω από 4,5 εκατ. λογαριασμούς, η κατηγορία 5 χιλ.-50 χιλ. ευρώ μπορεί να περιλάμβανε 2 εκατ. λογαριασμούς, η κατηγορία 50 χιλ.-100 χιλ. ευρώ 360 χιλιάδες λογαριασμούς, η κατηγορία 100 χιλ.-500 χιλ. ευρώ 110 χιλιάδες λογαριασμούς, η κατηγορία 500 χιλ.-1 εκατ. ευρώ 5.200 λογαριασμούς, η κατηγορία 1 εκατ.-5 εκατ. ευρώ 1.300 περίπου λογαριασμούς, η κατηγορία 5 εκατ.-10 εκατ. ευρώ περίπου 80 λογαριασμούς και η υψηλότερη κατηγορία, άνω των 10 εκατ. ευρώ, μπορεί να περιλάμβανε κατά το μέγιστο 84 λογαριασμούς.
Με βάση το παραπάνω σημείο της έκθεσης, αν θέλαμε να μετατρέψουμε όσα αναφέρονται σε πίνακα, τα ποσοστά που θα παίρναμε, κατά προσέγγιση, είναι τα παρακάτω:
Δηλαδή περίπου το 65% (κι όχι το 10% που αναφέρουν τα εξεταζόμενα δημοσιεύματα) των λογαριασμών έχουν από 0 ως 5 χιλιάδες ευρώ υπόλοιπο. Αντίστοιχα το 29% (και όχι το 41-42%) περίπου των λογαριασμών έχουν υπόλοιπο που κυμαίνεται από 5 μέχρι 50 χιλιάδες ευρώ. Το 5% (και όχι το 19-20%) έχει υπόλοιπο από 50 ως 100 χιλιάδες ευρώ. Ενώ μόλις το 2% (και όχι το 23-24%) έχει υπόλοιπο από 100 ως 500 χιλιάδες ευρώ.
Στην έκθεση αναφέρονται επίσης τα εξής:
Στο μέτρο τούτο, ο ορισμός των διαστημάτων είναι (από θεωρητικής απόψεως) μάλλον αυθαίρετος και μπορεί να οδηγήσει σε παρερμηνείες. Για παράδειγμα, θεωρούμε πιθανό η κατηγορία 100 χιλ.-500 χιλ. ευρώ να περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο λογαριασμούς με υπόλοιπο γύρω στις 100 χιλιάδες και όχι στις 500 χιλιάδες ευρώ, διαφορετικά το τεκμαιρόμενο μέσο ύψος κατάθεσης φυσικών προσώπων υπολογίζεται για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα πάρα πολύ υψηλό, συγκρινόμενο τουλάχιστον με τα ευρήματα διεθνών ερευνών πεδίου.
Στη συνέχεια παραθέτουμε ένα παράδειγμα, με κατά προσέγγιση υπολογισμούς, με βάση τo προαναφερθέν σημείο της έκθεσης:
Τέλος ενδιαφέρον έχουν κι αυτά που αναφέρονται στην σελίδα 125 της έκθεσης:
Η έρευνα Household Finance and Consumption Survey της ΕΚΤ βρήκε ότι το 90% των νοικοκυριών στην Ελλάδα το 2018 διέθετε χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία με τη μορφή καταθέσεων, το 3% είχε απαιτήσεις από ιδιωτικά δάνεια, το 1% διέθετε μετοχές, ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά που είχαν μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων, συνταξιοδοτικά/ασφαλιστικά προγράμματα, ομόλογα και λοιπά στοιχεία κυμαίνονταν κάτω του 1%. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, η διάμεση αξία κατάθεσης στην Ελλάδα εκτιμάται σε 1.000 ευρώ, ενώ μόνο το 39% των ελληνικών νοικοκυριών δήλωσε ότι είχε δυνατότητα να αποταμιεύει υπό την έννοια ότι το εισόδημά του υπερκάλυπτε τα τακτικά του έξοδα.
Συμπέρασμα
Με βάση όλα τα ανωτέρω, ο ισχυρισμός ότι, σύμφωνα με δεδομένα έκθεσης από την Τράπεζα της Ελλάδας, ένας στους τρεις Έλληνες έχει καταθέσεις πάνω από 100,000 ευρώ είναι ψευδής. Το ποσοστό των λογαριασμών, ιδιωτών, που εμφάνιζε υπόλοιπο πάνω από 100,000 ευρώ, τον Δεκέμβριο του 2021, ήταν λίγο πάνω από το 2% των συνολικών λογαριασμών.