«Στην οδό Κυψέλης ήταν πασίγνωστο το σπίτι του Κανάρη, το απλό και με την ιδιόρρυθμη αρχιτεκτονική του. Μια μαρμάρινη επιγραφή διαιώνιζε στην πρόσοψή του τη μνήμη του θανάτου του πυρπολητού στα 1877».
Γράφει η Τέτη Σώλου
Σ’ αυτό το σπίτι έζησε ο Κανάρης από το 1853 μέχρι τον θάνατό του. Το σπίτι και το μεγάλο κτήμα που το περιέβαλλε κληρονόμησε η εγγονή του και δόθηκε ως προίκα στον σύζυγό της δικηγόρο Μπαλτή. Από την οικογένεια Μπαλτή δόθηκε ως προίκα στην ψυχοκόρη τους που παντρεύτηκε τον υδραυλικό Μαούτσο.
Ο Μαούτσος αποφάσισε να το πουλήσει. Αυτά περί το 1930. Το κράτος ενδιαφέρθηκε και προσφέρθηκε να αγοράσει το σπίτι και μια έκταση 900 πήχεων γύρω από αυτό. Το κτήμα ήταν πολύ μεγαλύτερο. Άρχισαν οι διαπραγματεύσεις με την επιτροπή απαλλοτριώσεων. Ο Μαούτσος ζητούσε τρία εκατομμύρια για όλο το κτήμα και 1.300.000 για το σπίτι και το τμήμα του κτήματος που ήθελε ν’ αγοράσει η επιτροπή. Η επιτροπή επέμεινε ότι δεν δίνει πάνω από 900.000 δραχμές και σταμάτησε τις διαπραγματεύσεις.
Ο Μαούτσος αποφάσισε να εκμεταλλευτεί το ακίνητο και άρχισε τις επισκευές. Άνοιξε πόρτα στην πρόσοψη και τροποποίησε σε κατάστημα την ισόγεια αποθήκη για τις ζωοτροφές. Εκεί στεγάστηκε ζαχαροπλαστείο.
Στη συνέχεια έκανε επισκευές στον πάνω όροφο, αφού πρώτα μετακόμισε τα έπιπλα και τα ενθύμια του Κανάρη στο σπίτι του. Το μόνο που άφησαν άθικτο οι επισκευές του ήταν τα δύο μαρμάρινα τζάκια.
Στην πρόσοψη του σπιτιού ήταν δύο δωμάτια –ένα μεγάλο δωμάτιο υποδοχής και ένα μικρότερο που χρησίμευε ως κρεβατοκάμαρα. Στον τοίχο ο Κανάρης είχε γράψει το όνομά του και δίπλα τη χρονολογία 1859. Για κάθε χρόνο που περνούσε χάραζε μία γραμμή δίπλα στη χρονολογία. Αυτό καθώς και τα κόκκινα και γαλάζια σχέδια στους τοίχους χάθηκαν όταν βάφτηκε το σπίτι.
Το σπίτι, όπως πολλά παλιά σπίτια, διέθετε μία ταράτσα με κόκκινα κολωνάκια. Η θέα του ήταν άπλετη. Δίπλα στο σπίτι υπήρχε ένα τεράστιο πεύκο που πρόσφερε μεγάλη αναψυχή στον Κανάρη, όταν τα πρωινά και τα δειλινά ρέμβαζε στην ταράτσα. Το κτήμα διέθετε ζώα που περιποιούταν ο ίδιος.
Το σπίτι ακολούθησε τη μοίρα των παλιών και απροστάτευτων σπιτιών. Παράκμασε, έμεινε ακατοίκητο και το 1967 κατεδαφίστηκε. Στη θέση του υψώθηκε μια πολυκατοικία μεγάλη και απρόσωπη στο νούμερο 56 της οδού Κυψέλης. Στο υπέρθυρό της υπάρχει μια μαρμάρινη επιγραφή.
Η οδός Κυψέλης καταλήγει στην πλατεία Κυψέλης, η οποία επισήμως φέρει το όνομα πλατεία Κανάρη. Εκεί υπάρχει και μαρμάρινος ανδριάντας του πυρπολητή Κανάρη.
Τι απόμεινε από το σπίτι του Κανάρη;
Μέσα στο κτήμα βρισκόταν ένα εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων, όπου εκκλησιαζόταν ο Κανάρης.
Όπως αναφέρει η κτιτορική επιγραφή χτίστηκε από τον Κωνσταντίνο Κανάρη και τη σύζυγό του Δέσποινα το 1873.
Περιτριγυρισμένος από πολυκατοικίες ο μικρός ναός σώζεται μέχρι σήμερα στους πεζόδρομους Αγίων Αποστόλων και Σουμελά.
Στην αριστερή γωνία της πρόσοψης υπάρχει μια μαρμάρινη επιγραφή.