Κάποτε όλοι οι δρόμοι της Αθήνας, οδηγούσαν στην πλατεία Ομονοίας και συγκεκριμένα στου Μπακάκου. Την δεκαετία του 90, υπήρξε ιστορικό σημείο για τους Αθηναίους. Έδιναν όλοι ραντεβού, στο φαρμακείο Μπακάκου στην Ομόνοια, όχι μόνο για ραντεβού, αλλά και για να πάνε για ψώνια ή για να συναντηθούν με τους συγγενείς τους από την επαρχεία. Η φήμη του δε θα ξεπερνούσε τα σύνορα της χώρας και θα απλωνόταν ως την Αμερική.
Όπως είχε αναφέρει ο εκπρόσωπος του Τμήματος Υγείας του ΟΗΕ, όταν αντίκρισε για πρώτη φορά την επιχείρηση: ‘’Παράδειγμα προς μίμησιν δια την Αμερικήν όσον και δια την Ευρώπην αποτελεί το Φαρμακείον Μπακάκου’’.
Φαρμακείο Μπακάκου: Η ιστορία του ιστορικού σημείου
Το εμβληματικό φαρμακείο, που άνοιξε το 1916 στην οδό Δώρου, στην Αθήνα, υπήρξε απόρροια της συνεργασίας δύο διαπρεπών επιστημόνων της εποχής: του χημικού Ανδρέα Σακαλή και του διορατικού φαρμακοποιού Πέτρου Μπακάκου.
Οι δυο αυτοί άνδρες, με αρχικό κεφάλαιο 55.000 δραχμές, θα ένωναν τις δυνάμεις τους για να δημιουργήσουν όχι απλά ένα παραδοσιακό φαρμακείο, αλλά ένα πρωτοποριακό φαρμακείο δυτικοευρωπαϊκών προδιαγραφών, το οποίο θα πρόσφερε στο κοινό του ποιοτικά προϊόντα και υπηρεσίες.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1919, μεταφέρεται στην Ομόνοια, όπου και θα παραμείνει για 80 και πλέον χρόνια. Με την βοήθεια 20 υπαλλήλων, ο Πέτρος Μπακάκος θα ξεδίπλωνε τις αρετές του και, ακολουθώντας τα βήματα ορισμένων φαρμακείων του εξωτερικού, θα δημιουργούσε έναν μεγάλο χώρο πώλησης ευρείας γκάμας προϊόντων, όπως ορθοπεδικά και καλλυντικά, όργανα και σκεύη χημείων, κολόνιες, χημικά προϊόντα και οτιδήποτε άλλο ζητούσαν τα πανεπιστήμια, τα εργαστήρια και οι κάθε λογής οργανισμοί – συνολικά διατίθετο προς πώληση, τη δεκαετία του ΄50, 15.000 προϊόντα.
Ανήσυχο πνεύμα ως ήταν, υπήρξε συνδρομητής σε πολλά έγκριτα επιστημονικά περιοδικά του εξωτερικού, προκειμένου να παρακολουθεί ανελλιπώς τις τρέχουσες εξελίξεις στη φαρμακευτική και να προσαρμόζεται σε αυτές.
Πρεσβεύοντας δε ότι οι πρωτοποριακές προσπάθειες δεν μπορούν να προέρχονται από έναν μόνο δημιουργό, συνεργάζεται με επιτυχία με γνωστούς επιχειρηματίες της εποχής, στους οποίους προσφέρει με ενθουσιασμό και επιμονή προσωπική εργασία και κυρίως την πολύτιμη εμπειρία του.
Η νεότευκτη επιχείρηση δεν θα αργούσε να ευημερήσει και να σταθεί με αξιώσεις απέναντι σε άλλα παραδοσιακά φαρμακεία της Αθήνας, όπως το φαρμακείο του Μαρινόπουλου στα Χαυτεία. Σε αυτό βέβαια θα βοηθούσε και η προνομιακή θέση του φαρμακείου, αφού βρισκόταν στην καρδιά της πόλης και εξυπηρετούσε, λόγω της παρακείμενης στάσης του ηλεκτρικού σταθμού, τις μετακινήσεις προς κάθε σημείο της πρωτευούσης.
Ο Ανδρέας Σακαλής δεν πρόλαβε να χαρεί το έργο του, οποίος απεβίωσε στις αρχές της δεκαετίας του ’20. Αν και παραδοσιακά τα φαρμακεία της εποχής αποτελούσαν πόλο έλξης διακεκριμένων Αθηναίων, οι οποίοι συγκεντρώνονταν για να συζητήσουν και να προβληματισθούν, εντούτοις ίσως και οι ίδιοι οι ιδρυτές του φαρμακείου να μην περίμεναν την απήχηση που θα είχε στη μεσαία και ανώτερη κοινωνική τάξη της εποχής.
Οι δε πολιτικές απόψεις του Μπακάκου, ο οποίος, αν και καταγόταν από την παραδοσιακά βασιλόφρονα Λακωνία, από νωρίς τάχθηκε στο πλευρό των Βενιζελικών, θα προσέλκυαν επώνυμους Βενιζελικούς και ανθρώπους των γραμμάτων.
Ανάμεσα στους διακεκριμένους επισκέπτες, οι οποίοι στο χαμηλοτάβανο πατάρι του Μπακάκου αναζήτησαν στέγη για να συζητήσουν για τα πολιτικά δρώμενα της χώρας, ήταν ο Αλέξανδρος Διομήδης, ο Κωστής Θεοτόκης, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου και ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, με τους οποίους ο ιδρυτής διατηρούσε φιλική σχέση.
Χωρίς την παραμικρή διαφήμιση, το πενταόροφο φαρμακείο του Μπακάκου είχε φθάσει, τη δεκαετία του ’50, να εξυπηρετεί έως και 5.000 πελάτες την ημέρα, δηλαδή 10 πελάτες το λεπτό – σήμερα εξυπηρετεί περίπου 1.500. Παρ’ όλα αυτά, ο ιδρυτής του θα υιοθετούσε ευφάνταστους τρόπους για να προβάλει τα εμπορεύματά του. Ενδεικτική ήταν η διανομή στους πελάτες ημερολογίων τσέπης κατά την περίοδο των εορτών.
Αρκετά δε από αυτά ήταν αρωματισμένα, πολύ πριν ακόμη η επιστήμη του μάρκετινγκ αναδείξει την καθοριστική σημασία των οσμών στην διαμόρφωση της καταναλωτικής συμπεριφοράς, τα οποία εξαφανίζονταν πριν ακόμη φθάσει η Πρωτοχρονιά.
Με το θάνατο του Πέτρου Μπακάκου, το 1956 σε ηλικία 70 ετών, τα ηνία αναλαμβάνει ο ανιψιός του, καθότι ο ίδιος ο ιδρυτής ήταν άκληρος, Δημήτρης Μπακάκος, ο οποίος θα συνεχίσει το δημιουργικό έργο του προκατόχου του.
Φαρμακείο Μπακάκου: Η σημερινή λειτουργία του
Σήμερα το φαρμακείο, το οποίο έχει πια εξελιχθεί στο μεγαλύτερο φαρμακείο της Ν. Α. Ευρώπης, παραμένει οικογενειακή υπόθεση, με την τρίτη γενιά σε δράση, με επικεφαλής τον Γεώργιο Μπακάκο, ο οποίος διαδέχθηκε το θείο του Δημήτρη, επίσης άκληρο, το 2000.
Η νέα γενιά είχε να αντιμετωπίσει νέες προκλήσεις οι οποίες απαιτούσαν την υιοθέτηση διαφορετικής στρατηγικής, προκειμένου να παραμείνει η ιστορική εταιρεία ανταγωνιστική.
Για το λόγο αυτό, τα τελευταία χρόνια έχει ρίξει το βάρος της στην πώληση καταναλωτικών προϊόντων που σχετίζονται με την υγεία και την ομορφιά. Βέβαια, η μεγαλύτερη πρόκληση ήταν η μετεγκατάσταση, λόγω δυσβάσταχτων όρων μίσθωσης του καταστήματος στην Ομόνοια, το 2002, σε ιδιόκτητο κτίριο λίγα μόλις μέτρα μακριά, στις αρχές της οδού Αγίου Κωνσταντίνου.
Ήταν μια ιδιαίτερα κρίσιμη απόφαση, αφού η πιστή πελατεία του φαρμακείου θα αναγκαζόταν αίφνης να αλλάξει μια συνήθεια ετών. Ενδεικτικό των αρχικών δυσκολιών ήταν ότι για τέσσερις και πλέον μήνες, το προσωπικό του φαρμακείου ‘’στρατοπέδευε’’ έξω από την παλαιά τοποθεσία για να ενημερώσει τους πελάτες του για το νέο κατάστημα.
Από τις εκδηλώσεις, πάντως, του κόσμου, αρκετοί από τους οποίους κατέφθαναν στο νέο κατάστημα με γλυκά στο χέρι για το καλορίζικο, φαίνεται ότι το ιστορικό φαρμακείο του Μπακάκου μπορεί να ατενίζει το μέλλον με αισιοδοξία.
Το σίγουρο, πάντως, είναι ότι το περίφημο «ραντεβού στου Μπακάκου» θα περνούσε πλέον στην Ιστορία…