Στη ζωή του ανθρώπου δεν υπάρχει πιο περίπλοκη σχέση από αυτή με τη μητέρα του.
Το ξέρουμε ότι τους χρωστάμε τόσα πολλά. Για όνομα του Θεού, μας μεγάλωσαν. Είναι ο λόγος που ξέρουμε ό, τι ξέρουμε.
Αλλά, παράλληλα, κανείς άλλος δεν ξέρει τα κουμπιά μας τόσο καλά όσο οι μαμάδες μας. Μας ξέρουν μέσα έξω, και ξέρουν πώς να φτάσουν στην καρδιά μας με ένα συνδυασμό ενοχής και ενόχλησης.
Μια τόσο περίπλοκη σχέση δεν μπορεί να μένει στάσιμη στο χρόνο· αλλάζει συνεχώς και εξελίσσεται κατά τη διάρκεια της ζωής μας.
Όσο μεγαλώνουμε και βρίσκουμε σιγά σιγά τον εαυτό μας, γνωρίζουμε νέους ανθρώπους, και βλέπουμε άλλους να απομακρύνονται. Οι μαμάδες είναι η σταθερή αυτού του ταξιδιού. Αλλά και αυτή η σχέση πρέπει να αλλάζει αντίστοιχα.
Αρχικά, μας φροντίζουν.
Στα πρώτα δέκα και χρόνια της ζωής μας, οι μαμάδες είναι αυτές που κάνουν τα πάντα δυνατά για μας.
Αλλά προσφέρουν κάτι παραπάνω από φαγητό, καταφύγιο, χρήματα και μετακίνηση. Είναι τα μαθήματα που μας διδάσκουν συνεχώς. Να περπατάμε, να δένουμε τα κορδόνια μας, να κάνουμε ποδήλατο, να διαβάζουμε: όλα αυτά είναι βασικά εφόδια για τη ζωή που δε θα μαθαίναμε χωρίς τη μαμά μας.
Χρώστάμε κυριολεκτικά ό, τι ξέρουμε ως αυτό το σημείο στις μαμάδες μας.
Έπειτα, γίνονται ο αντίπαλός μας.
Όταν είμαστε στην εφηβεία, οι ορμόνες χοροπηδάνε μέσα μας. Θέλουμε απ’ τη μια να είμαστε το παιδί που φρόντιζαν οι μητέρες μας, κ απ’ την άλλη ανεξάρτητες, όπως εκείνες.
Έτσι, νιώθουμε ότι βρισκόμαστε συνεχώς σε πόλεμο με τις μαμάδες μας σ’ αυτό το σημείο της ζωής μας.
Γιατί δεν μας αφήνουν να βάλουμε ό ,τι θέλουμε; Γιατί δεν μας αφήνουν να κάνουμε παρέα με όποιον θέλουμε; Γιατί δεν μας αφήνουν να πάμε στα πάρτυ και να μείνουμε μέχρι όσο αργά θέλουμε;
Οι κανόνες τους γεννιούνται από τη φυσική τους έγνοια να είμαστε καλά, αλλά αυτό δεν φαίνεται. Μοιάζουν με άχρηστα όρια, και μας κρατάνε μακριά απ’ το να κάνουμε τα δικά μας λάθη.
Μετά, η διστακτική μας συνείδηση.
Αυτό που ξεκίνησε σαν μια σειρά κανόνων που δε θέλουμε να ακολουθούμε θα γίνει κατευθυντήριες αρχές που βρίσκονται συνεχώς στο κεφάλι μας, είτε το θέλουμε είτε όχι.
Θα σκεφτόμαστε κάθε φορά που μας αποθάρρυναν από κάτι ή κάθε τους συμβουλή σε προβλήματα με φίλους.
Θα προσπαθήσουμε πολύ να αγνοήσουμε τη φωνή τους, ειδικά αυτό το αναπόφευκτο «Στα ‘λεγα» όταν κάτι πάει στραβά.
Και μετά αρχίζουμε να δίνουμε στους φίλους μας συμβουλές που θα έδιναν οι μαμάδες μας, και θα φρικάρουμε. Πότε γίναμε ίδιες με αυτές;
Φυσικά θα αντισταθούμε σ’ αυτό. Δεν θέλουμε να γίνουμε οι μαμάδες μας. Αλλά στο τέλος θα πρέπει να δεχτούμε ότι δεν γίνεται αλλιώς.
Στο τέλος, οι μαμάδες γίνονται φίλες μας.
Ακούγεται τρελό· δεν φαίνεται και πολύ πιθανό. Αλλά θα φτάσουμε σε ένα σημείο της ζωής μας που θα γίνουμε φίλες.
Όταν τελικά θα αρχίσουμε να βρίσκουμε μια φαινομενική ανεξαρτησία, θα ανακαλύψουμε κοινά πέρα από τους κοινούς οικογενειακούς δεσμούς.
Θα δεθούμε βασιζόμενες πάνω στο πως είναι να είσαι γυναίκα σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο. Καθώς θα μπαίνουμε σε σοβαρές σχέσεις, θα έρθουμε κοντά βλέποντας ότι το άλλο μας μισό συνεχίζει να είναι χαζό και να μας ενοχλεί παρόλο που το αγαπάμε.
Προσοχή, θα συνεχίσουν να πατάνε τα κουμπιά μας. Θα έχουν ακόμα τη δύναμη να μας κάνουν χάλια, όπως όλοι οι φίλοι μας. Θα συνεχίσουν να έχουν τον τρόπο να φτάνουν στην καρδιά μας όπως κανείς..
Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι η σχέση με τη μητέρα μας είναι μια από τις πιο σημαντικές. Και είναι από τις λίγες που μπορεί να αντισταθεί στα πάνω και τα κάτω των θυελλωδών αλλαγών.